ελλειπής

ελλειπής
ης, ες см. ελλιπής

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "ελλειπής" в других словарях:

  • ἐλλείπῃς — ἐλλείπω leave in pres subj act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τζόγος — ο, Ν 1. χαρτοπαιξία 2. (κατ επέκτ.) κάθε τυχερό παιχνίδι 3. τεχνολ. ελλειπής εφαρμογή, παίξιμο («ο άξονας έχει λίγο τζόγο με το κουζινέτο»). [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. giuoco, βεν. zogo «παιχνίδι, γύρος») …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»